συγκαταβύθιση

συγκαταβύθιση
η, Ν
χημ. ταυτόχρονος σχηματισμός στερεών ουσιών από δύο ή περισσότερες ουσίες που περιέχονται μέσα σε ένα διάλυμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”